Παιδείας παραλειπόμενα… ή μικρές – πικρές αλήθειες
ή μικρές – πικρές αλήθειες
Γράφει ο Ευθύλογος
Η αλλαγή σκυτάλης στο Υπουργείο Παιδείας επανέφερε στο προσκήνιο το τέλμα στο οποίο έχει βαλτώσει για δεκαετίες η Παιδεία (και η εκπαίδευση) στον τόπο μας. Έχω τη γνώμη ότι για να το αντιληφθούμε το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις, θα πρέπει να κατανοήσουμε κάποιες μικρές, αν και ενίοτε πικρές αλήθειες, χωρίς την παραδοχή των οποίων είναι μοιραίο να οδηγούμαστε σε εκτιμήσεις και ενέργειες που δεν συμβάλλουν στη λύση αλλά περιπλέκουν το πρόβλημα. Η πάνω από τριάντα χρόνια ταλαιπωρία μαθητών, εκπαιδευτικών, γονέων – τελικά ολόκληρης της Ελληνικής κοινωνίας- αυτό αποδεικνύει.
Η πρώτη αλήθεια που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι το Σχολείο είναι από τη φύση του ένας καταπιεστικός θεσμός - μηχανισμός, αφού έχει υποχρεωτικό ωράριο, υποχρεωτική μελέτη, υποχρεωτική συμπεριφορά, υποχρεωτικά μαθήματα κ.λ..π. Θα ήταν παράλογο να απαιτούμε από τους μαθητές να βρίσκουν «ελκυστικό» ένα θεσμό που τους δημιουργεί υποχρεώσεις. Δεν υπονοώ ότι πρέπει να καταργηθούν οι υποχρεώσεις –τότε δεν θα έχουμε Σχολείο αλλά παιδική χαρά-, απλά επισημαίνω πως η ανθρώπινη φύση δεν βρίσκει ελκυστικό τίποτε το υποχρεωτικό. Το αντίθετο θα αποτελούσε στρέβλωση και διαστροφή του ανθρώπινου χαρακτήρα. Τα παιδιά πείθονται ή πειθαναγκάζονται αρχικά και καταλαβαίνουν (ενδεχομένως) αργότερα ότι πρέπει να πάνε στο Σχολείο. Όπως οι ενήλικες καταλαβαίνουν ότι πρέπει να εργαστούν. Πόσοι ενήλικες όμως βρίσκουν ελκυστική την εργασία τους; Η όποια ελκυστικότητα συνήθως, δεν έγκειται στην εργασία αλλά στο αποτέλεσμα ή στο όφελος που απορρέει από την εργασία. (Κοινωνική αναγνώριση, οικονομικό κέρδος, γόητρο, επιρροή κ.λ.π.). [1]
Άλλωστε με τέτοιου είδους επιχειρήματα προσπαθούμε συνήθως να πείσουμε και τα παιδιά ότι πρέπει να πάνε στο Σχολείο και να «μάθουν γράμματα».
Η δεύτερη αλήθεια έχει να κάνει με τα αντικείμενα που διδάσκονται οι μαθητές και τα πραγματικά τους ενδιαφέροντα. Τον έφηβο δεν τον ενδιαφέρει τι έγινε στο Βυζάντιο ή στη Ρώμη. Τον ενδιαφέρει τι θα γίνει το απόγευμα και το βράδυ. Πρέπει όμως να μάθει Ιστορία, γιατί η γνώση του παρελθόντος αποτελεί πυξίδα για το μέλλον, για λόγους ευρύτερης Παιδείας και κυρίως γιατί η συνείδηση και η πορεία ενός λαού εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την ιστορική γνώση που έχουν τα άτομα που τον απαρτίζουν. Έτσι είμαστε υποχρεωμένοι να διδάξουμε τον έφηβο Ιστορία [2] πριν ο ίδιος εκδηλώσει ενδιαφέρον γι’ αυτή – ίσως και να μην το εκδηλώσει ποτέ.
Οι θεωρητικολογούντες ισχυρίζονται ότι πρέπει να «κινήσουμε το ενδιαφέρον» των μαθητών. Αυτό στην πράξη σπάνια είναι δυνατόν να επιτευχθεί. Συνήθως όταν παρέχουμε τη γνώση δεν κινούμε αλλά εκβιάζουμε το ενδιαφέρον των μαθητών, τουλάχιστον των περισσοτέρων.
Άλλος ένας λόγος για τον οποίο το Σχολείο δεν μπορεί να γίνει ελκυστικό. Ποιος είναι δυνατόν να εκβιάζεται και να χαίρεται;
Η τρίτη πικρή αλήθεια αφορά την λεγόμενη «αναβάθμιση» του δημόσιου Σχολείου. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι το Σχολείο είναι μαζικός χώρος. Ποιο μαζικό μέσον και ποιος μαζικός χώρος είναι αναβαθμισμένος στην Ελλάδα; Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης; Τα μέσα μαζικής μεταφοράς; [3] Οι χώροι παροχής μαζικών υπηρεσιών υγείας; (νοσοκομεία) Οι χώροι μαζικής κατοικίας;
Η πράξη δείχνει ότι η μαζικότητα περιέχει το σπέρμα της υποβάθμισης. Κατά κανόνα η αύξηση της ποσότητας γίνεται εις βάρος της ποιότητας.[4]
Γιατί το Σχολείο να αποτελεί εξαίρεση; Ας θυμηθούμε ότι πριν μερικές δεκαετίες οι υποψήφιοι για τα Α.Ε.Ι. ήταν 30.000 – 32.000 περίπου και το 2009 θα φθάσουν αισίως τους 120000-130000. Έχουμε δηλαδή τουλάχιστον τετραπλασιασμό των υποψηφίων ενώ ο πληθυσμός αυτής της ηλικίας έχει μειωθεί. Αν είναι όλοι αυτοί κατάλληλοι για υποψήφιοι, πώς πήραν απολυτήριο, τι έμαθαν απ’ αυτά που θα ’πρεπε να μάθουν στα 12 χρόνια που πάνε στο Σχολείο προφανώς δεν ενδιαφέρει κανέναν.
Μελέτες που έχουν γίνει κατά καιρούς κατέληξαν σε δυο συμπεράσματα.
Πρώτον: Ότι πολλοί μαθητές αδυνατούν να παρακολουθήσουν την ύλη της τάξης τους και θα έπρεπε να βρίσκονται μια ή και δυο τάξεις πιο κάτω και
Δεύτερον: Ότι αρκετοί μαθητές θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα της επόμενης τάξης. Έτσι ο καθηγητής είναι υποχρεωμένος να κάνει μάθημα ταυτόχρονα για τρεις κατηγορίες μαθητών.
Ας φανταστούμε έναν προπονητή που έχει μπροστά του 10 πρωταθλητές, 10 μέτριους αθλητές και 10 αγύμναστους μεσήλικες και να προσπαθεί να τους προπονήσει με τον ίδιο τρόπο την ίδια ώρα. Ή θα καταστρέψει τους πρωταθλητές ή θα πεθάνει τους μεσήλικες. Τηρουμένων των αναλογιών κάτι τέτοιο συμβαίνει και στην τάξη , σε ορισμένα μαθήματα τουλάχιστον που η άγνοια λειτουργεί σωρευτικά και κάνει αδύνατη την κατανόηση της επόμενης ενότητας χωρίς την επαρκή γνώση της προηγούμενης .
Πολλοί υποστηρίζουν ότι είναι αντιπαιδαγωγικό να χωρίζουμε τους μαθητές σύμφωνα με τις δυνατότητές τους. Στην πραγματικότητα είναι απάνθρωπο να τους συσσωρεύουμε σε μια αίθουσα και να τους υποχρεώνουμε επί ώρες να ακούνε πράγματα που δεν καταλαβαίνουν. Θα πρέπει κάποτε να αποφασίσουμε αν θέλουμε Σχολείο ή απλά ένα χώρο που να λειτουργεί σαν πάρκιγκ μαθητών, κάτι σαν μαντρί δηλαδή.
Η τέταρτη αλήθεια σχετίζεται με την παραπαιδεία και τον όγκο της ύλης που καλούνται οι μαθητές να αντιμετωπίσουν.
Γνωρίζει κανένας ‘’αρμόδιος’’ ότι οι μαθητές του Γυμνασίου στην αρχή της σχολικής χρονιάς παίρνουν βιβλία τα οποία συνολικά αριθμούν πάνω από 4000 (τέσσαρες χιλιάδες) σελίδες;
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο κάθε μαθητής πρέπει να μελετά και να αφομοιώνει κάθε εργάσιμη μέρα περισσότερες από 20 σελίδες ύλης από διαφορετικά βιβλία. Πολλές φορές αυτή η ύλη είναι στρυφνή, δυσνόητη και αδιάφορη για τον μαθητή. Ενδέχεται και μια σελίδα μόνον, να απαιτεί ώρες επίπονης προσπάθειας. (Αν π.χ. είναι μια σελίδα με ασκήσεις Μαθηματικών ή Φυσικής). Επόμενο είναι να καταφεύγει ο μαθητής σε «συνταγές» και σε «περιλήψεις γνώσης» που προσφέρονται αφειδώς.
Το Ελληνικό δαιμόνιο έκανε κι’ εδώ το θαύμα του. Είναι αμφίβολο αν σε άλλο κράτος του πολιτισμένου κόσμου γίνονται τόσα ιδιαίτερα μαθήματα, υπάρχουν τόσα φροντιστήρια ή αν κυκλοφορούν τόσα «βοηθήματα». Προφανώς αυτό αποδεικνύει την ανεπάρκεια των σχολικών βιβλίων αλλά και τον πανικό των γονέων που τρέχουν αλλόφρονες να προμηθευτούν οτιδήποτε κυκλοφορεί στην πιάτσα [5] με την ελπίδα ότι θα προσφέρουν στα παιδιά τους αυτό που το δημόσιο Ελληνικό σχολείο αδυνατεί να τους προσφέρει. Έτσι το κύκλωμα «παιδεία-παραπαιδεία – εκδόσεις βοηθημάτων» αναδεικνύεται ως μια από τις καλύτερες μεθόδους μετατροπής, της ελπίδας σε νόμισμα.
Τι συμβαίνει στην πράξη; Απλούστατα η ύλη δεν ολοκληρώνεται στο τέλος της σχολικής χρονιάς, οι μαθητές δεν έχουν τον απαραίτητο χρόνο να εμβαθύνουν και να μετατρέψουν τις σκόρπιες πληροφορίες σε γόνιμη γνώση και δημιουργούνται γνωστικά κενά που εμποδίζουν την κατανόηση της ύλης της επόμενης χρονιάς. Φυσικό επακόλουθο είναι ο μαθητής που δεν καταλαβαίνει, να απογοητεύεται και να αδιαφορεί.
Γιατί δίνονται τόσο ογκώδη βιβλία αφού είναι βέβαιο ότι δεν θα διδαχθούν; Μπορούμε να δώσουμε τουλάχιστον τρεις πιθανές απαντήσεις.
Α) Γιατί κανένας «αρμόδιος» δεν κατάλαβε ποτέ, με τι όγκο ύλης φορτώνουμε αυτά τα δύστυχα παιδάκια [6].
Β) Γιατί κάποιοι «αρμόδιοι» θέλουν να παρουσιάσουν «έργο» αλλά δεν κατάλαβαν ότι η παιδεία και η γνώση είναι κυρίως ποιοτικές και όχι ποσοτικές έννοιες.
Γ) Γιατί κάποιοι που πληρώνονται με τη σελίδα κατορθώνουν να καλλιεργήσουν στους αδαείς «αρμόδιους» την αντίληψη ότι τα γραπτά τους αποτελούν αναγκαία γνώση για τα νεανικά μυαλά.
Τέλος πρώτου μέρους
[1] Εξαιρούνται όσοι κατέχουν θέσεις εξουσίας και γενικότερα θέσεις που κολακεύουν την ανθρώπινη ματαιοδοξία
[2] Προφανώς τα ίδια ισχύουν και για τα άλλα μαθήματα.
[3] Εξαιρείται το Μετρό που στοίχισε 37 δισεκατομμύρια δραχμές (περίπου 100000000 € ) το χιλιόμετρο.(εφημ. Εστία 15/3/01). Κατ’ άλλους 75000000 € /km.
Ποιος αμφιβάλλει πως αν διατεθούν και για την Παιδεία ανάλογα ποσά, με σωστή διαχείρηση θα έχουμε θεαματικά αποτελέσματα;
[4] Η μοναδική περίπτωση που έχω υπόψη μου, που η μεγάλη ποσότητα συνδυάζεται με επαρκή ποιότητα, είναι η φασολάδα στο στρατιωτικό καζάνι. Παρά την ποσότητά της ήταν νοστιμότατη. Εκτός αν τα άλλα φαγητά ήταν τόσο άνοστα …
[5] Υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι που διαφημίζουν υπερήφανα ότι έχουν πάνω από 200 τίτλους «βοηθημάτων». Εκεί που θα έπρεπε τα σχολικά βιβλία να είναι υπεραρκετά.
[6] Στην πραγματικότητα οι μόνοι άνθρωποι που γνωρίζουν –σε κάποιο βαθμό – τι είδους πνευματική τροφή προσφέρουμε στα παιδικά μυαλά είναι οι μητέρες των μαθητών, που αγανακτούν κάθε απόγευμα προσπαθώντας να κατανοήσουν κι’ ύστερα να εξηγήσουν στα παιδιά τους, αυτά που κάποιοι θεωρούν γνώση ή παιδεία.
Παιδείας παραλειπόμενα…
Ευθύλογος
Αναρτήθηκε από kafeneio στις 8:01:00 μμ
Σχόλια
A. Polyxronidis.