Αρνητικά στοιχεία στο κίνημα των Εκπαιδευτικών

Του Νίκου Τσούλια

σάρωση0001Έχω αναφερθεί στη δυναμική του εκπαιδευτικού κινήματος, στις πολλαπλές θετικές όψεις της λειτουργίας του (Η δράση του εκπαιδευτικού κινήματος). Σήμερα θα κάνω μια μικρή επισκόπηση σε αρνητικές πλευρές του, όσον αφορά την ΟΛΜΕ.
Κάθε κοινωνικό κίνημα έχει θεσμικές συλλογικές διαδικασίες αυτο – συλλογισμού, μέσα από τις οποίες αντλεί νέα δυναμική προκειμένου να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις τόσο των μελών που εκφράζει όσο και της κοινωνίας γενικότερα.
Ο απολογισμός της δράσης ενός κοινωνικού χώρου είναι κορυφαία στιγμή, αφού η αυτοκριτική ανάγεται σε σημαντικό παράγοντα επίλυσης προβλημάτων και αδυναμιών και ανάδυσης νέων μορφών και λειτουργιών που θα τροφοδοτούν την προώθηση των καίριων ζητημάτων του.

Ωστόσο, ο απολογισμός σπάνια αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο, δύσκολα θα ακούσεις τη διαπίστωση «ήταν λάθος αυτή η επιλογή», αντίθετα για το κάθε επιμέρους παραταξιακό ρεύμα πάντα ευθύνεται κάποιο άλλο ή κάποια άλλα ρεύματα και για όλα μαζί οι «απέξω»: η πολιτεία, η κυβέρνηση, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το σύστημα, ο καπιταλισμός. Αλλά μπορεί να υπάρξει δυναμική συλλογική δράση χωρίς ίχνος αυτοκριτικής;
Αλλά η διεκδίκηση από κάθε παραταξιακό ρεύμα της μοναδικής ορθής πρότασης για τα διάφορα ζητήματα και ο εξ ορισμού αποκλεισμός ότι κάποιο άλλο ρεύμα μπορεί να έχει μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση, οδηγεί σε αδυναμία σύνθεσης και διαμόρφωσης πλειοψηφίας για τα εκπαιδευτικά θέματα. Αλλά μπορεί να υπάρξει συνδικαλιστικό κίνημα που συναρθρώνεται από τόσες επιμέρους προτάσεις της εκπαίδευσης χωρίς κουλτούρα ουσιαστικού διαλόγου και σύνθεσης;
Ως απόρροια του προηγούμενου σημείου προκύπτει τελικά ως μοναδικό σημείο σύγκλισης το πρόγραμμα δράσης! Δηλαδή, το «πότε και πόσες ημέρες απεργίας» θα κάνουμε αποτελεί τα κύριο ή και μοναδικό πεδίο σύγκλισης σχεδόν για κάθε συνδικαλιστική χρονιά. Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι το πρόγραμμα δράσης θα είναι εξ ορισμού «αντικυβερνητικό», αφού η πρόταση θα είναι πρότασης διεκδίκησης και αυτό σημαίνει ότι διαχρονικά, οι δύο μεγάλες παρατάξεις του χώρου των εκπαιδευτικών θα είναι «εκτός» του προγράμματος (γιατί δεν μπορούν να πλειοδοτούν εξίσου εύκολα με τους άλλους – και αυτό όχι κατ’ ανάγκην λόγω ‘κυβερνητικού συνδικαλισμού’) και τελικά μια μικρή παράταξη θα έχει μεγαλύτερη επιρροή, σε σχέση με τα μεγάλα ρεύματα, στις επιμέρους αποφάσεις του όποιου θεσμικού χαρακτήρα, οι αποφάσεις αυτές θα είναι του τύπου «μην πειράζετε τίποτα» και θα είναι παρακολουθητικές της όποιας δράσης.
Αυτό τελικά σημαίνει ότι συχνά οι αποφάσεις δεν αντιστοιχούν στην πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, το συνδικάτο αποξενώνεται από τα μέλη που εκφράζει και ευδοκιμεί ο περιβόητος ακτιβισμός: «δράση για τη δράση», που υπηρετεί κάποια εφήμερη προβολή στα ΜΜΕ, αλλά δεν συσπειρώνει τους εκπαιδευτικούς και φυσικά δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αλλά μπορεί η «δράση για τη δράση» να είναι το βασικό πλαίσιο λειτουργίας του κινήματος; Εφέτος, η αντίληψη αυτή επεκτάθηκε πέραν της κεντρικής λειτουργίας και σε επιμέρους ζητήματα.
Εκλήθησαν, λοιπόν, οι εκπαιδευτικοί να μην πληρώνουν στα μέσα μαζικής μεταφοράς (εντασσόμενοι στο κίνημα ‘δεν πληρώνω’) και να μη βαθμολογήσουν τα γραπτά της γαλλικής γλώσσας στις πανελλαδικές εξετάσεις!! Φυσικά οι εκπαιδευτικοί απέρριψαν καθολικά αυτό τον ιδιότυπο ακτιβισμό αλλά ούτε και τα στελέχη των παρατάξεων που ψήφισαν αυτές τις πρωτοβουλίες δεν τις εφάρμοσαν. Είναι αυτός συνδικαλισμός; Αυτές οι αποφάσεις συνιστούν λειτουργία εκπαιδευτικού κινήματος; Ή μήπως απαξιώνουν την ίδια τη θεμελίωση του κινήματος;
Ως αποτέλεσμα του προαναφερθέντος στοιχείου είναι η έλλειψη ουσιαστικής πρότασης του κινήματος για το ρόλο του εκπαιδευτικού, για την προαγωγή του δημόσιου σχολείου, για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Σε παλιότερες και απείρως πιο δύσκολες εποχές, οι συλλογικοί εκπαιδευτικοί θεσμοί όχι μόνο συγκροτούσαν μια συνεκτική και ολοκληρωμένη πρόταση, αλλά προσπαθούσαν και να την εφαρμόσουν, ενώ τώρα περνώντας στην άλλη πλευρά φτάνουμε στο σημείο να «κλείνουμε το μάτι» ακόμα και στις καταλήψεις των δημόσιων σχολείων ανάγοντάς τες ως μια μορφή ακτιβισμού, επί της οποίας θα λειτουργήσουν τα ρεύματα που έχουν ως αυτοσκοπό την όποια «κινητικότητα».
Αλλά μπορεί να υπάρξει εκπαιδευτικό κίνημα χωρίς συνολική πρόταση για το σχολείο; Το σχολείο δεν είναι μια βιομηχανική μονάδα, όπου το αντίστοιχο σωματείο θα οριοθετεί τη δράση του επί των εργασιακών και μόνο θεμάτων των εργαζομένων. Για να μιλήσεις για τα θέματα που αφορούν τον εκπαιδευτικό, αναγκαστικά θα αγκαλιάσεις τα θέματα του σχολείου!
Αλλά επί του συζητούμενου ζητήματος υπάρχει και συνέχεια και στα επιμέρους ζητήματα. Ας πάρουμε για παράδειγμα την αξιολόγηση. Στο σημείο αυτό οι τρεις μεγαλύτερες παρατάξεις είναι υπέρ της αξιολόγησης. Επιπλέον, υπάρχει ψηφισμένη παλιότερη θέση υπέρ της αξιολόγησης με έμφαση την εσωτερική αξιολόγηση, η οποία είναι – κατά τη γνώμη μου – επιστημονικά και εκπαιδευτικά άρτια. Παρόλα αυτά, εν τοις πράγμασι, το σκηνικό είναι το εξής: Αρνούμαστε κάθε φορά την όποια πρόταση του Υπουργείου. Και καλά μέχρι εδώ αλλά δεν προτείνουμε τη δική μας πρόταση, μήπως την εκμεταλλευτεί ο …αντίπαλος. Αλλά και όταν δεν προτείνει το Υπουργείο, δεν αναδεικνύουμε πρωτοβουλιακά τη δική μας πρόταση. Και έτσι είναι μια πρόταση – φάντασμα, αλλά ο τακτικισμός καλά κρατεί, όπως, επίσης, και η αποστασιοποίηση των εκπαιδευτικών από τέτοιες τεχνικές που θυμίζουν παραταξιακές επινοήσεις των φοιτητικών συνελεύσεων της πρώιμης μεταπολιτευτικής περιόδου.
Υπάρχει έλλειψη κουλτούρας διαλόγου και στο εσωτερικό του κινήματος αλλά και στη δημόσια έκφρασή του, αν και εδώ η κύρια ευθύνη είναι στην πλευρά του Υπουργείου και της πολιτείας που δεν έχουν αντίληψη συναίνεσης και ουσιαστικού διαλόγου και χρησιμοποιούν το διάλογο συχνά ως πρόσχημα και όχι ως μια ουσιαστική λειτουργία των θεσμών μιας δημοκρατικής πολιτείας.
Παλιότερα, το κίνημα πρωτοστατούσε στα ζητήματα των εκπαιδευτικών αλλαγών. Τώρα γίνεται το αντίθετο. Η βασική γραμμή πλεύσης είναι «να μην αλλάξει τίποτα». Βέβαια, έχει σημασία, προφανώς, και η πορεία των αλλαγών. Αλλά σε κάθε περίπτωση, η παραγωγή πολιτικής είναι εν τω γίγνεσθαι και η ζωή εξελίσσεται αδιαφορώντας για τα φοβικά σύνδρομα. Από πουθενά δεν τεκμηριώνεται η άποψη ότι, αν οχυρωθείς στο υπάρχον, το υπερασπίζεις καλύτερα. Στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κινήματα, η αντίληψη και η δράση είναι εξελισσόμενες και δυναμικές και αυτό εκφράζει καλύτερα τους εκπαιδευτικούς και τα αιτήματά τους.
Σε μια εποχή όπου μετασχηματίζονται σχεδόν τα πάντα (υπέρβαση του έθνους κράτους, διεθνοποίηση της οικονομίας, ενιαίος ευρωπαϊκός χώρος στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κλπ κλπ), – όπου πρέπει να παρεμβαίνεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και όχι να ξορκίζεις την κρίση του καπιταλισμού σε αυτό-αναφορικά συστήματα (συμβούλια κλπ) – είναι δυνατόν να σταθείς με τα παλιά εργαλεία ανάλυσης;
Είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεις όλα αυτά τα γεγονότα με την αυτοτέλεια του «3 ή 4 ημέρες απεργίας το χρόνο», ανεξάρτητα αν συνδέεται αυτή η πρόταση με τους εκπαιδευτικούς – αυτή είναι η νέα αντίληψη των εικονικών απεργιών (!) – και με τη μη παραγωγή θέσεων που θα εκπηγάζουν από τον εκπαιδευτικό κόσμο; Δε νομίζω…

*Ο Νίκος Τσούλιας ήταν πρόεδρος της ΟΛΜΕ  για αρκετά χρόνια  στη δεκαετία 1990-2000

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΙ

Η ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ 2ου ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΟΡΕΣΤΙΑΔΑΣ

ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: ΤΟ ΝΗΣΙ ΠΟΥ ΕΡΩΤΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ